- τρίκογχος
- τρίκογχοςwith threemasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τρίκογχος — η, ο / τρίκογχος, ον, ΝΜΑ εκκλ. (για ναό) αυτός που έχει τρεις κόγχες ή τρεις αψίδες. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρι * + κογχος (< κόγχη)] … Dictionary of Greek
τρίκογχον — τρίκογχος with three masc/fem acc sg τρίκογχος with three neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τρικόγχου — τρίκογχος with three masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τρικόγχῳ — τρίκογχος with three masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τρίκογχα — τρίκογχος with three neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σέρρες — Πόλη (49.380 κάτ., αλλά 50.390 ο δήμος) της Ανατολικής Μακεδονίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας και του ομωνύμου νομού. Διοικητικό και οικονομικό κέντρο του νομού και το μεγαλύτερο μετά την Καβάλα αστικό κέντρο Α της θεσσαλονίκης, πόλη με… … Dictionary of Greek
ναξος — I Νησί των Κυκλάδων, το μεγαλύτερο σε έκταση (428 τ. χλμ.) Α της Πάρου και Ν της Δήλου και της Μυκόνου. Διοικητικά αποτελεί επαρχία του νομού Κυκλάδων. Έχει ωοειδές σχήμα και λίγο διαμελισμένες ακτές, το ανάγλυφό της διαμορφώνεται από μια βασική… … Dictionary of Greek
τρίκοχος — και, δ. γρφ., τρίκωχος, η, ο, Ν αυτός που έχει τρεις γωνίες. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρίκογχος. Για την απλοποίηση του συμφωνικού συμπλέγματος γχ σε χ , πρβλ. κόγχη: κόχη] … Dictionary of Greek
όσσα — I Παράκτιο όρος της ανατολικής Θεσσαλίας, συνέχεια στα Ν του Όλυμπου, από τον οποίο το χωρίζει η διαβρωσιγενής κοιλάδα των Τεμπών, που τη διαρρέει ο Πηνειός. Είναι επίσης γνωστό ως Κίσσαβος. Μια εγκάρσια κοιλάδα χωρίζει την Ό. σε δύο μέρη: στο… … Dictionary of Greek
Θεσσαλονίκη — I (4ος αι. π.Χ.). Κόρη του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας και της συζύγου του Νικησίπολης, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύζυγός της υπήρξε ο Κάσσανδρος, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους: τον Φίλιππο, τον Αντίπατρο και τον Αλέξανδρο. Τη σκότωσε ο… … Dictionary of Greek